1. Βασικές αρχές του συστήματος αξιολόγησης της φοίτησης αποτελούν ο εκ των προτέρων σαφής καθορισμός και η διασφάλιση της διαφάνειας ως προς τις παραμέτρους αξιολόγησης, ο μετρήσιμος χαρακτήρας της αξιολόγησης των μαθησιακών αποτελεσμάτων που συνάδουν με το επίπεδο των καταρτιζόμενων, η εύλογη και δίκαιη απονομή βαθμών σε αυτούς, η δυνατότητα παροχής ανατροφοδότησης τόσο από τους εκπαιδευτές όσο και από τους καταρτιζόμενους σχετικά με τους όρους και τις ιδιαίτερες απαιτήσεις της βαθμολόγησης, καθώς και η εκ των υστέρων δυνατότητα ίσης πρόσβασης των καταρτιζόμενων στους βαθμούς και τις παρατηρήσεις επί της απόδοσής τους, με σκοπό την παρακολούθηση της προόδου τους και τη συνεχή βελτίωσή τους.
2. Η αξιολόγηση των γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων των καταρτιζόμενων ανά μάθημα περιλαμβάνει τα ακόλουθα: α) ατομικές/ομαδικές εργασίες και β) Τελική εξέταση.
3. Σε περίπτωση παροχής εξ αποστάσεως κατάρτισης όλες οι εξετάσεις πραγματοποιούνται δια ζώσης ή με ατομικές γραπτές εργασίες, με απόφαση της διοίκησης της Σ.Α.Ε.Κ. με την επιφύλαξη των οριζόμενων στην παρ. 14.
4. Για την οργάνωση και τη διεξαγωγή των τελικών εξετάσεων ισχύουν τα εξής:
α) Οι τελικές εξετάσεις κάθε μαθήματος πραγματοποιούνται μετά την ολοκλήρωση των μαθημάτων κατάρτισης κάθε εξαμήνου,
β) τα θέματα των τελικών εξετάσεων και οι απαντήσεις των εξεταζόμενων σε αυτά ορίζονται και βαθμολογούνται από τον εκπαιδευτή,
γ) η διάρκεια κάθε τελικής εξέτασης είναι δύο (2) διδακτικές ώρες, εκτός αν άλλως ορίζεται στον Οδηγό Κατάρτισης,
δ) καταρτιζόμενος που απουσιάζει δικαιολογημένα από την τελική εξέταση λόγω ασθένειας ή άλλου τεκμηριωμένα σοβαρού λόγου, με αίτηση του ιδίου που υποβάλλεται στην Διεύθυνση της Σ.Α.Ε.Κ., πριν από την έκδοση των αποτελεσμάτων των τελικών εξετάσεων του εξαμήνου, εξετάζεται κατά την τρέχουσα εξεταστική περίοδο, σε χρόνο που ορίζεται από τη Διοίκηση της Σ.Α.Ε.Κ.
5. Τα θέματα όλων των εξετάσεων θεωρούνται από τον Διευθυντή ή τον Υποδιευθυντή της Σ.Α.Ε.Κ. πριν διανεμηθούν στους καταρτιζόμενους.
6. Η εξέταση θεωρητικών μαθημάτων περιλαμβάνει τέσσερα (4) κατ’ ελάχιστον θέματα ανάπτυξης ή τουλάχιστον είκοσι πέντε (25) ερωτήσεις αυτόματης διόρθωσης όπως πολλαπλής επιλογής, σωστού/λάθους, αντιστοίχισης, ερωτήσεις συμπλήρωσης κενών, ή συνδυασμό αυτών κατ’ αναλογία, εκτός αν άλλως ορίζεται από τον Οδηγό Κατάρτισης της ειδικότητας.
7. Για την αξιολόγηση των εργαστηριακών μαθημάτων δύναται να πραγματοποιηθεί γραπτή ή πρακτική δοκιμασία ή συνδυασμός αυτών.
8. Κατά τις τελικές εξετάσεις, τα θέματα αναγράφονται σε φύλλο που φέρει τον τίτλο της Σ.Α.Ε.Κ., την ειδικότητα, την ημερομηνία, το εξάμηνο κατάρτισης και το εκπαιδευτικό έτος, τον τίτλο του προς εξέταση μαθήματος, καθώς και το ονοματεπώνυμο του εκπαιδευτή-εισηγητή. Επίσης, αναφέρεται ο παρεχόμενος χρόνος για την εξέταση κι εάν τα θέματα είναι ισότιμα στη βαθμολόγηση.
9. Διευκρινίσεις επί των θεμάτων και τυχόν οδηγίες δίνονται γραπτώς επί του εντύπου των θεμάτων.
10. Οι απαντήσεις δίνονται από τους καταρτιζόμενους στο φύλλο ή στα φύλλα των θεμάτων ή σε ανεξάρτητα φύλλα, τα οποία παραδίδονται στους εξεταζόμενους ταυτόχρονα με τα θέματα, και στα οποία οι εξεταζόμενοι συμπληρώνουν το ονοματεπώνυμο, τον αριθμό μητρώου, την ειδικότητα, το εξάμηνο, το τμήμα, το μάθημα και την ημερομηνία εξέτασης.
11. Μετά την ολοκλήρωση της επεξεργασίας των θεμάτων, ο καταρτιζόμενος παραδίδει τα φύλλα των θεμάτων και των απαντήσεων στον εισηγητή ή στον ορισθέντα επιτηρητή.
12. Ο εισηγητής, εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία εξέτασης του μαθήματος, παραδίδει, με πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής, τα γραπτά και τη συνοδευτική κατάσταση αριθμητικής βαθμολογίας στη Γραμματεία της Σ.Α.Ε.Κ.. Για τη μη κατάθεση θεμάτων, γραπτών δοκιμίων, βαθμολογιών ή γραπτών εργασιών από τον εκπαιδευτή, ο διευθυντής της Σ.Α.Ε.Κ. ασκεί την πειθαρχική του αρμοδιότητα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 31, του ν. 4763/2020.
13. Καταρτιζόμενος, ο οποίος αδικαιολόγητα δεν προσέρχεται στις εξετάσεις, βαθμολογείται με μονάδα. Επίσης, με μονάδα βαθμολογείται το γραπτό των καταρτιζό-μενων, οι οποίοι, είτε εμποδίζουν την ομαλή διεξαγωγή της εξέτασης, είτε με οποιοδήποτε τρόπο αντιγράφουν. Στις περιπτώσεις αυτές συντάσσεται σύντομο πρακτικό από τους επιτηρητές, με επισημείωση στο γραπτό του
καταρτιζόμενου και επισύναψη των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων.
14. Εξετάζονται προφορικά κατόπιν αίτησής τους οι καταρτιζόμενοι οι οποίοι αδυνατούν να υποστούν γραπτή εξέταση επειδή: α) είναι τυφλοί, σύμφωνα με τον ν. 958/1979 (Α’ 191), ή έχουν ποσοστό αναπηρίας στην όρασή τους τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%), ή είναι αμβλύωπες με ποσοστό αναπηρίας στην όρασή του τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%), β) έχουν κινητική αναπηρία μόνιμη ή προσωρινή τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%), που συνδέεται με τα άνω άκρα, γ) πάσχουν από σπαστικότατα των άνω άκρων, δ) πάσχουν από κάταγμα ή άλλη προσωρινή βλάβη των άνω άκρων, τέτοια που καθιστά αδύνατη την γραφή, ε) παρουσιάζουνειδικές μαθησιακές δυσκολίες όπως δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία, δυσορθογραφία στ) είναι καταρτιζόμενοι με φάσμα αυτισμού.
15. Για τις περ. α) έως γ) της παρ. 14, απαιτείται γνωμάτευση που χορηγείται από την υγειονομική επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Ειδικά για τους καταρτιζόμενους της περ. α), γνωματεύσεις χορηγούνται και από τις Ιατροπαιδαγωγικές Υπηρεσίες του Κέντρου Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ). Για την περ. δ) της παρ. 14, ο καταρτιζόμενος προσκομίζει ιατρική γνωμάτευση από Δημόσιο Νοσοκομείο το οποίο φέρει σφραγίδα Διευθυντή είτε Κλινικής ΕΣΥ ή Εργαστηρίου ή Πανεπιστημιακού Τμήματος ή από ΔημόσιοΚέντρο Υγείας, τα οποία φέρουν σφραγίδα του Διευθυντή του Κέντρου, ή ιατρική γνωμάτευση από Ιδιωτικό Νοσοκομείο η οποία φέρει υπογραφή και σφραγίδα του θεράποντος ιατρού και του Διοικητικού Διευθυντή της ιδιωτικής Κλινικής, από την οποία να προκύπτει η αδυναμία του καταρτιζόμενου να συμμετάσχει σε γραπτήεξέταση. Στη γνωμάτευση, εκτός από το κάταγμα ή την προσωρινή βλάβη, πρέπει να πιστοποιείται ρητώς η αδυναμία χρήσης του άνω άκρου για γραφή και να αναγράφεται το χρονικό διάστημα ισχύος τους, το οποίο πρέπει να εμπεριέχει την περίοδο των τελικών εξετάσεων. Για τις περ. ε) και στ) της παρ. 14, απαιτείται γνωμάτευση από τα οικεία Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.) ή τα Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων, του άρθρου 51 του ν. 4547/2018 (Α’ 102) ή τα πιστοποιημένα από το Υ.ΠΑΙ.Θ.Α. Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα (ΙΠΔ), στην οποία θα αναγράφεται ακριβώς η ειδική μαθησιακή δυσκολία του καταρτιζόμενου, με τον ακριβή τρόπο με τον οποίο ορίζεται στις περ. ε) και στ), καθώς και η παραπομπή του για προφορική εξέταση. Τυχόν γνωματεύσεις που έχουν εκδοθεί από τα ΚΕΔΔΥ και αναφέρονται στις ανωτέρω ειδικές μαθησιακές δυσκολίες γίνονται δεκτές.
16. Οι καταρτιζόμενοι της παρ. 14 εξετάζονται στα ίδια θέματα στα οποία εξετάζονται οι υπόλοιποι καταρτιζόμενοι και στον ίδιο χρόνο. Η εξέταση διενεργείται προφορικά από τον διδάσκοντα εκπαιδευτή του μαθήματος ενώπιον του Υποδιευθυντή. Μετά το τέλος της εξέτασης, ο εκπαιδευτής αναγράφει το βαθμό του εξετασθέντος επί του φύλλου των απαντήσεων και υπογράφει. Υπο-γράφει, επίσης, στο φύλλο των απαντήσεων ως “παρών” και ο Υποδιευθυντής.